BY ΑΠΠΕΛΑΙΟΣ
Η ναυμαχία που έμελλε να δοξάσει για άλλη μια φορά τη χιλιόχρονη Αυτοκρατορία μας.
Τρία γενοβέζικα καράβια φορτωμένα με εφόδια υπό τους γενναίους πλοιάρχους Μαυρίκιο Καττανέου, Δομίνικο του Νοβαραίου και Βαπτιστή του εκ Φελλιτσιάνου τα οποία παρέμεναν καθηλωμένα από το Μάρτιο λόγω δυσμενών ανέμων στη Χίο, βρήκαν ούριο άνεμο στις 15 Απριλίου και ξεκίνησαν αμέσως για την πολιορκημένη Πόλη.
Στη διαδρομή συνάντησαν μεγάλο Βασιλικό πλοίο υπό τον γενναιότατο Πλοίαρχο Φλαντανελλά και όλα μαζί συνέχισαν το ταξίδι τους φτάνοντας κοντά στην Πόλη.
Εκεί μπροστά στον φραγμένο με χοντρή αλυσίδα από το Βασιλέα ημών Κεράτιο κόλπο έλαβε χώρα η τελευταία ναυμαχία μεταξύ των Αυτοκρατορικών Δυνάμεων και των τούρκων εισβολέων.
Στις 9 το πρωί της 20ης Απριλίου οι γενναίοι υπερασπιστές της Βασιλεύουσας ανέβηκαν ζητωκραυγάζοντας στα τείχη για να υποδεχθούν τα τέσσερα χριστιανικά πλοία με τα εφόδια και τις ελπίδες που κουβαλούσαν μαζί τους. Ο Θεός και η Υπέρμαχος Στρατηγός που τόσες φορές είχαν σώσει την Πόλη η οποία για αυτό το λόγο είχε ονομαστεί Θεοφρούρητη ήταν ακόμα μαζί τους!
Νόμιζαν ότι τα τέσσερα αυτά πλοία ήταν η προφυλακή του χριστιανικού στόλου, η βοήθεια που θα έστελνε ο Πάπας της Ρώμης και οι χριστιανοί ηγεμόνες της Φραγκιάς για να σώσουν την Πόλη ύστερα και από την ένωση των εκκλησιών που είχαν μεθοδεύσει οι Παλαιολόγοι για να σώσουν την Αυτοκρατορία από τους τούρκους.
Φευ, κανένας στόλος δεν ερχόταν από την Δύση, από τους προδότες δυτικούς που είχαν οι ίδιοι καταστρέψει την Αυτοκρατορία με την 4η «σταυροφορία» το 1204 και με την επάρατο φραγκοκρατία που ακολούθως επέβαλλαν. Τα τέσσερα αυτά πλοία θα έγγραφαν μόνον τον επικήδειο στην θάλασσα που άρμοζε σε μια τέτοια Αυτοκρατορία που έγινε πέντε φορές και κοσμοκρατορία και βάσταξε πάνω από 1000 χρόνια.
Για τον επικήδειο στη στεριά, έναν επικήδειο που τελικά έγινε χαρμόσυνο μήνυμα ανάστασης του Γένους, μήνυμα Αθανασίας φρόντισε ο ίδιος ο Βασιλέας μας, ο Μαρμαρωμένος, εκεί στην Πύλη του Αγίου Ρωμανού, με τον Δον Φραγκίσκο τον Τολέδο, τον Ιωάννη Δαλμάτη, τον Θεόφιλο Παλαιολόγο και τους άλλους χριστιανούς στρατιώτες που βρέθηκαν εκεί…
Οι θρασύδειλοι τούρκοι φοβήθηκαν, νόμισαν κι’ αυτοί πως ήρθε βοήθεια από την Δύση στους χριστιανούς, ο δε αλητήριος σουλτάνος, ταραγμένος και αυτός διέταξε αμέσως τον βούλγαρο εξωμότη Μπαλτόγλου, τον ναύαρχο του να επιτεθεί και να βουλιάξει τα καράβια μας στην είσοδο του λιμανιού πριν αυτά περάσουν την αλυσίδα και μπουν στον κεράτιο. Τα τέσσερα καράβια ή τη ζωή σου φέρεται να του είπε.
Τα χριστιανικά πλοία ήρθαν σε επαφή με τον τουρκικό στόλο έξω από την Ακρόπολη του Μεγαδημητρίου στις παρυφές του Κερατίου. Οι χριστιανοί έπλεαν με ούριο άνεμο ενώ οι τούρκοι έρχονταν κωπηλατώντας με μεγάλη ταχύτητα και ουρλιάζοντας φρικτά και χτυπώντας αμέτρητα τύμπανα για να τρομάξουν τους ναυτικούς μας και να εκτελέσουν την εντολή του σουλτάνου. Αρχηγός τους ο ίδιος ο Μπαλτόγλου ή Μπαλτάογλου.
Η πρώτη γραμμή του οθωμανικού στόλου επιτέθηκε με συνεχείς βολές πυροβόλων όπλων και βροχή από βέλη και πέτρες και προσπάθησε να προσκολληθεί και να καταλάβει τα χριστιανικά πλοία. Οι απώλειες των τούρκων ήταν τρομακτικές.
Βρήκαν μπροστά τους τους Έλληνες και Γενοβέζους ναυτικούς οι οποίοι ήταν εξοπλισμένοι με αλυσιδωτούς θώρακες και στέκονταν ψηλότερα από τα χαμηλά τουρκικά πλοία τσακίζοντας τους εχθρούς με μπροστάρη τον ίδιο τον Πλοίαρχο Φλαντανελλά ο οποίος διέλυε στην κυριολεξία όποιον τούρκο προσπαθούσε να ανέβει στο Βασιλικό Πλοίο κραδαίνοντας ανά χείρας την βαριά σιδερένια κορύνη των Βυζαντινών. Ο Γίγας Φλαντανελάς και οι λίγοι χριστιανοί κατέσφαζαν και διαμέλιζαν χιλιαδες τούρκους μπροστά στα μάτια του τούρκου σουλτάνου ο οποίος είχε στην κυριολεξία φρυάξει και παραφρονήσει από το γεγονός ότι ο τόσο μεγάλος στόλος του έβγαινε νικημένος από τέσσερα μόνο πλοία!
Υγρή Φωτιά παντού σαν πύρινο χαλάζι έβγαινε από τους εκτοξευτήρες υγρού πυρός του Βασιλικού πλοίου, σκορπίζοντας φόνο και τρόμο σε όλη την τουρκιά που το περιέβαλλε! Ξάφνου όμως ο ούριος άνεμος έπαυσε ακινητοποιώντας τα χριστιανικά πλοία και κάνοντας το Μωάμεθ να νιώσει άγρια χαρά. Περίπου 100 τουρκικά πλοία προσέγγισαν τα γενουάτικα καράβια πολλά εκ των οποίων προσκολήθηκαν πάνω τους με σκοπό να τα καταλάβουν και έτσι σφοδρή μάχη εκτυλίχθηκε επάνω στα καταστρώματα πλέον των πλοίων!
Οι σιδηρόφραχτοι γενοβέζοι πολεμιστές θέριζαν τους τούρκους οι οποίοι όμως αυξάνονταν συνεχώς σε αριθμό καταπονώντας τους ολιγάριθμους χριστιανούς, το δε αυτοκρατορικό πλοίο πολεμούσε με το πλήρωμα της ναυαρχίδας του τουρκικού στόλου η οποία είχε προσκολληθεί πάνω του και προσπαθούσε να το καταλάβει μαζί με το πολύτιμο φορτίο του, το σιτάρι από τη Σικελία.
Πολλάκις το Βασιλικό πλοίο πήγε να πέσει στα χέρια των αναρίθμητων τούρκων που προσπαθούσαν να το καταλάβουν και σώθηκε μόνον χάρη στον Πλοίαρχο Φλαντανελλά που μανιωδώς διαμέλιζε όποιον τούρκο έβρισκε μπροστά του και στην έγκαιρη παρέμβαση των ιταλικών πλοίων τα οποία δέθηκαν μεταξύ τους για να το υπερασπιστούν.
Στην ναυμαχία αυτή δικαίως πιστεύω ότι θα μπορούσε να δοθεί στον Φλαντανελλά το προσωνύμιο «τουρκοφάγος»! Με το πέρασμα της ώρας, οι τούρκοι άρχισαν να δειλιάζουν και τρομαγμένοι από τις απώλειες να υποχωρούν προκαλώντας την έκρηξη του σουλτάνου. Τρελός από την μανία του και παρασυρόμενος και από την εγκληματική του φύση μπήκε έφιππος μέσα στην θάλασσα στην προσπάθεια του να παροτρύνει το στόλο του να φανεί γενναίος και να κάμψει την αντίσταση των λιγοστών χριστιανών!
Ο στρατός των τούρκων άρχισε κι αυτός να μιμήται τον σουλτάνο και να υβρίζει και αυτός τους ναύτες που τόσοι δεν μπορούσαν να καταλάβουν τα τέσσερα χριστιανικά πλοία. Έτσι ο τουρκικός στόλος έπαυσε την οπισθοχώρηση και επέστρεψε μαχόμενος με μανία κατά των καταπονημένων χριστιανών οι οποίοι παρέμεναν σε δεινή θέση λόγω της νηνεμίας που επικρατούσε.
Κάποια στιγμή φάνηκε ότι οι τούρκοι θα έκαμπταν τελικά την αντίσταση των αυτοκρατορικών, εκείνη την ώρα όμως, ούριος νότιος άνεμος φύσηξε ξαφνικά και αμέσως τα χριστιανικά πλοία βρέθηκαν ασφαλισμένα πίσω από την χοντρή αλυσίδα του Κερατίου Κόλπου!
Νύχτωνε πια και η ναυμαχία είχε κρατήσει ολόκληρη την ημέρα. Τελικά παρά τις απώλειες μας καθόλου δεν βλάψανε τα καράβια μας οι τούρκοι, οι οποίοι είχαν εκείνη την ημέρα (σύμφωνα με τον Φραντζή) ως 12.000 νεκρούς κατά τη διάρκεια της ναυμαχίας!
Ο βάρβαρος σουλτάνος τιμώρησε με ραβδισμούς τον Μπαλτόγλου, τον καθαίρεσε και δήμευσε, υπέρ των γενιτσάρων την περιουσία του ενώ του χάρισε μετά απο παρακλήσεις του ιδίου την ζωή. Αυτή ήταν η Ναυμαχία της Κωνσταντινούπολης, αυτός ήταν ο γενναιότατος Πλοίαρχος Φλαντανελλάς και οι συμμαχητές του, όλοι άξιοι απόγονοι των σαλαμινομάχων,μα ξεχασμένοι από τους νεοέλληνες…
Σύμφωνα με τον Γ. Ζολώτα, ο Μαυρίκιος Καττάνεον (Cattaneo) « ος επί κεφαλής τριών ή πέντε πλοίων φορτωμένων δαπάνη των ημετέρων με σίτον, έλαιον, οίνον και εκλεκτούς τινάς στρατιώτας, ανέλαβε την τολμηράν απόφασιν να εκπλεύση του λιμένος της Χίου….., σπεύδων εις βοήθειαν των πολιορκουμένων».
Όσοι ιστορικοί, περιέγραψαν ότι επακολούθησε, μιλούν για πράξεις απίστευτης τόλμης και ανδρείας. Ο Χιώτης ναυμάχος, με σπάνια ναυτική τακτική και επιδέξιες κινήσεις, γελοιοποίησε και καταναυμάχησε στον Κεράτιο,κάτω από τα τείχη της πόλης, τον τουρκικό στόλο, που ρίχτηκε στη μάχη με 300 σκάφη, κατόπιν διαταγής του Μωάμεθ προς τον ναύαρχο του Μπαλτόγλου ο οποίος ναυλοχούσε στο Διπλοκιόνιο (Μπεσικτάς).
Ο Ιστορικός της άλωσης Γεώργιος Σφραντζής στο «ΧΡΟΝΙΚΟΝ» – Βιβλίο Γ΄, εξιστορεί, «….όρμησε εναντίον τους με χαρμόσυνες κραυγές, τύμπανα και ήχους σαλπίγγων, με την ελπίδα πως θα τα αιχμαλωτίσουν εύκολα. Όταν πλησίασαν και άρχισαν τη μάχη και ακροβολίστηκαν, πρώτα επιτέθηκαν με οίηση εναντίον του βασιλικού καραβιού. Το καράβι, με την πρώτη προσβολή με βλητικά μηχανήματα και τόξα και πέτρες, τους δέχτηκε άσχημα. Ήρθαν στις πλώρες κάτω από το καράβι, και με χύτρες φτιαγμένες κατάλληλα με υγρό πυρ και πέτρες τους κρατούσαν και πάλι μακριά, γιατί τους αποδεκάτιζαν φοβερά. Εμείς, βλέποντάς τα αυτά πάνω από τα τείχη, παρακαλούσαμε το Θεό να λυπηθεί και αυτούς και εμάς. Επίσης ο αμιράς, έφιππος στην ακτή, έβλεπε τα όσα γίνονταν.
Για τρίτη φορά απομακρύνονταν και κατόπιν έκαναν επίθεση θέλοντας να συμπλακούν με οίηση και με αλαλαγμούς μεγάλους. Οι αξιωματικοί και οι κυβερνήτες στάθηκαν παλικαρίσια και ρωμαλέα και παρότρυναν τους ναύτες να προτιμήσουν το θάνατο από τη ζωή· και ιδιαίτερα ο κυβερνήτης του βασιλικού καραβιού, που ονομαζόταν Φλαντανελάς, ο οποίος έτρεχε από την πρύμνη στην πλώρη, και πολεμούσε σαν λιοντάρι, παροτρύνοντας τους άλλους με φωνές, έτσι που δεν μπορώ να περιγράψω τις κραυγές του και τους κρότους των άλλων, που έφταναν ως τον ουρανό.
Η μάχη άρχισε και πάλι μεγαλύτερη, και πολλοί από τα καράβια σκοτώθηκαν και πνίγηκαν· δυο καράβια κάηκαν και βλέποντάς τα τα άλλα δείλιασαν. Ο αμιράς, βλέποντας πως τόσος και τέτοιος στόλος δεν έκανε τίποτε αξιόλογο, αλλά μάλλον ήταν κατώτερος των περιστάσεων, κατελήφθη από θυμό και μανία, βρυχιόταν και έτριζε τα δόντια του και περιέλουε με βρισιές τους δικούς του, αποκαλώντας τους δειλούς στην καρδιά, γυναικούλες και άχρηστους. Κέντρισε το άλογό του και μπήκε στη θάλασσα (τα καράβια ήταν κοντά στην ξηρά όσο η βολή μιας πέτρας), και τα ρούχα του βράχηκαν από τα αρμυρά νερά της θάλασσας. Ο στρατός από την ξηρά βλέποντάς τον να κάνει έτσι αγανακτούσε, λυπόταν και βλαστημούσε το στόλο. Και πολλοί έφιπποι ακολούθησαν τον αμιρά και έφτασαν ως τα καράβια.
Οι άνθρωποι του στόλου βλέποντας τον αμιρά να κάνει έτσι, ντράπηκαν για τις βρισιές και, θέλοντας μη θέλοντας και θυμωμένοι πολύ, έστρεψαν τις πλώρες εναντίον των αντίπαλων πλοίων και πολεμούσαν ισχυρά. Τι να πεις! όχι μόνο σε τίποτε δεν έβλαψαν τα καράβια, αλλά έπαθαν και τόσες συμφορές σε νεκρούς και τραυματίες, ώστε δεν μπορούσαν τα τουρκικά καράβια να γυρίσουν πίσω.
Σκοτώθηκαν εκείνη την ημέρα, όπως έμαθα, περισσότεροι από δώδεκα χιλιάδες Αγαρηνοί, μόνο στη θάλασσα. Όταν έπεσε η νύχτα, ο στόλος αποχώρησε αναγκαστικά και τα φιλικά καράβια βρήκαν ευκαιρία και μπήκαν στο λιμάνι χωρίς καμιά απώλεια, εκτός από λίγους πληγωμένους μετά λίγες μέρες, δυο τρεις απ’ αυτούς πέθαναν. Ο αμιράς είχε τόσο θυμώσει και οργιστεί εναντίον του ναυάρχου του στόλου του, ώστε ήθελε να τον ανασκολοπίσει, λέγοντας πως εξαιτίας της ανανδρίας και της ολιγοψυχίας του τα καράβια το έσκασαν εκείνη τη νύχτα, και από την απροσεξία του και την ανικανότητά του τα άφησε να μπουν στο λιμάνι. Μερικοί άρχοντες της αυλής του και σύμβουλοί του τον παρακάλεσαν, και χάρισε τη ζωή στο ναύαρχο, αλλά του στέρησε το αξίωμα, και όλη την περιουσία του τη χάρισε στους γενίτσαρους.», «ο δέ αμηράς θεωρών μηδέν άξιον έργον ποιούντα τόν τοσούτον καί τηλικούτον στόλον αλλά μάλλον ήττονα όντα, μανείς καί θυμώ ληφθείς, βυχώμενος καί τούς οδόντας τρίζων ύβρεις ενέχεε εις τούς αυτού, δειλοκάρδιους καί γυναικώδεις καί ανωφελείς αποκαλών, καί τόν ίππον κεντρίσας ήλθεν εντός της θαλάσσης….»
Παιχνίδι της μοίρας, ο αγέρας δυνάμωσε, οι έμπειροι Χιωτογενοβέζοι ναυτικοί, οδήγησαν τα πλοία τους στον Κεράτιο κόλπο πού ήταν οι υπόλοιπες ιταλικές γαλέρες του Τρεβιζάνου καί του Ζαχαρία Γριώνη. Αντίθετα τα τούρκικα υποχώρησαν. Δυστυχώς, πιθανά χάθηκε η ευκαιρία αιφνιδιασμού από το Χριστιανικό στόλο, για να διαλύσουν το στόλο του Μωάμεθ. Ο άνισος μα νικηφόρος αγώνας των ναυτικών αναπτέρωσε το ηθικό των μαχητών. Ντρόπιασε τούς τούρκους των οποίων οι απώλειες ξεπέρασαν τούς χίλιους σκοτωμένους.
Ο Μωάμεθ, ήθελε να παλουκώσει τον Ναύαρχο τον Βούλγαρο εξωμότη Σουλεϊμάν Μπαλτά Ογλού τον οποίο Ράβδισε τελικά ο ίδιος αφού πρώτα τον καθαίρεσε και μοίρασε περιουσία του στους γενίτσαρους. Τοποθέτησε δε στόλαρχο τον Χαμουζά πασσά.
Επιγραμματικά ο Γ. Ζολώτας αναφέρει «…αναδείχθησαν οι υπό τον Καττάνεον Χίοι νικηταί και διασπάσαντες τον ναυτικόν αποκλεισμόν εισέρχονται καταπιπτούσης της προ του Κερατίου αλύσεως εις τον λιμένα σώοι και αβλαβείς»…. Δεν τέλειωσε όμως εδώ η ένδοξη ιστορία του ναυτίλου μας. «Μετά ταύτα βλέπομεν εκ νέου τον Καττάνεον υπερασπιζόμενον γενναίως το τμήμα εκείνο των θαλασσίων τυχών, εις το οποίον τον είχον τάξη»
Ας μη νομίσουμε, διαβάζοντας τις υπερφυσικές πράξεις των προγόνων μας ότι οι μαχητές του Βυζαντίου είχαν ορδές και πλήθη στρατιωτών.
Στην αντίθετη πλευρά των πολιορκητών, τις ορδές του Πορθητή, αποτελούσαν σύμφωνα με διάφορους ιστορικούς από διακόσες εξήντα χιλιάδες πολεμιστές κατ΄ άλλους δε, έως τετρακόσιες χιλιάδες.. Δυστυχώς για εμάς….. από όλο αυτό το πλήθος οι Τούρκοι ήταν μόνο εβδομήντα χιλιάδες. Οι υπόλοιποι ήταν αλλοεθνείς.Βαλκάνιοι εξωμότες . Χριστιανοί ….ανάμεσα τους δε και …. Έλληνες !
Δεν θα πρέπει να ξεχάσουμε ποτέ ότι πέρα από τους επίλεκτους «Γενίτσαρους», 12.000 τον αριθμό, το μεγάλο πυροβόλο του Μωάμεθ, το έφτιαξε ο Ούγγρος μηχανικός Ουρβανός. Γενουάτες του Γαλατά, πρόδωσαν την καταδρομική επιχείρηση πυρπολήσεως του Τουρκικού στόλου. Βρετανοί υπονομευτές από τα ορυχεία της Σερβίας, ήταν αυτοί που άνοιγαν υπονόμους κάτω από τα τείχη της Βασιλεύουσας για να τα ανατινάξουν. Σέρβοι Ορθόδοξοι, βοήθησαν τους Μουσουλμάνους και όχι εμάς τους ομόδοξους τους !Ο Σουλεϊμάν Μπαλτάογλους Μπέης ήταν Βούλγαρος εξωμότης. Ο Ζαγανός Πασσάς, ήταν Αλβανός.