Το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, στη συνεδρίασή του στις 6 Μαρτίου 2025, υιοθέτησε μια σειρά σημαντικών συμπερασμάτων για την ενίσχυση της ευρωπαϊκής άμυνας, ανταποκρινόμενο στις σύγχρονες γεωπολιτικές προκλήσεις. Με αφετηρία τη Διακήρυξη των Βερσαλλιών του 2022 και τη Στρατηγική Πυξίδα, οι ηγέτες της ΕΕ υπογράμμισαν την ανάγκη η Ευρώπη να αποκτήσει μεγαλύτερη κυριαρχία και ευθύνη για την ασφάλειά της. Ο πόλεμος της Ρωσίας κατά της Ουκρανίας αποτέλεσε καταλύτη για αυτή την απόφαση.
Η ΕΕ δεσμεύεται να ενισχύσει την αμυντική της ετοιμότητα, μειώνοντας τις στρατηγικές εξαρτήσεις και καλύπτοντας κρίσιμα κενά στις δυνατότητές της. Αυτό θα επιτευχθεί με την ταχύτερη κινητοποίηση πόρων και χρηματοδότησης, ώστε να εξοπλιστεί καλύτερα και να ανταποκριθεί στις απειλές με ταχύτητα και αποφασιστικότητα. Παράλληλα, η ευρωπαϊκή αμυντική βιομηχανία θα ενισχυθεί, ώστε να παράγει εξοπλισμό σε επαρκείς ποσότητες, βελτιώνοντας την ανταγωνιστικότητα της Ένωσης.
Συγκεκριμένα, το Συμβούλιο χαιρετίζει την πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για ενεργοποίηση της “ρήτρας διαφυγής” στο Σύμφωνο Σταθερότητας και Ανάπτυξης, που θα επιτρέψει στα κράτη μέλη να αυξήσουν τις αμυντικές δαπάνες χωρίς να απειλείται η δημοσιονομική τους σταθερότητα. Επιπλέον, προτείνεται η δημιουργία ενός νέου χρηματοδοτικού εργαλείου ύψους 150 δισ. ευρώ, με τη μορφή δανείων που θα υποστηρίζονται από τον προϋπολογισμό της ΕΕ, καθώς και η αξιοποίηση της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων (ΕΤΕπ) για τη στήριξη της αμυντικής βιομηχανίας. Τέλος, δίνεται έμφαση στην κινητοποίηση ιδιωτικών κεφαλαίων και στην προώθηση κοινών προμηθειών για τη μείωση του κόστους και την ενίσχυση της διαλειτουργικότητας.
Επιπρόσθετα, το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο καλεί την Επιτροπή και τους συννομοθέτες να προχωρήσουν γρήγορα τις εργασίες για την απλούστευση του νομικού και διοικητικού πλαισίου, ιδίως για τις δημόσιες προμήθειες, τη βιομηχανική συνεργασία, τις απαιτήσεις αδειοδότησης και υποβολής εκθέσεων. Αυτό στοχεύει στην άρση εμποδίων που καθυστερούν την ανάπτυξη της αμυντικής βιομηχανίας, συμπεριλαμβανομένων των μικρομεσαίων επιχειρήσεων.
Οι τομείς προτεραιότητας περιλαμβάνουν την αεροπορική και αντιπυραυλική άμυνα, τα συστήματα πυροβολικού, τα drones, την κυβερνοάμυνα και την τεχνητή νοημοσύνη, αντλώντας διδάγματα από τον πόλεμο στην Ουκρανία. Παράλληλα, τονίζεται η σημασία της προστασίας των συνόρων της ΕΕ, ιδιαίτερα των ανατολικών, απέναντι στις απειλές από τη Ρωσία και τη Λευκορωσία, αλλά και η ανάγκη ενίσχυσης της συνεργασίας με το ΝΑΤΟ και άλλους εταίρους.
Η πρωτοβουλία για την ενίσχυση της ευρωπαϊκής άμυνας ξεκίνησε από τον Έλληνα πρωθυπουργό Κυριάκο Μητσοτάκη και τον Πολωνό ομόλογό του Ντόναλντ Τουσκ.
Η Ελλάδα, ως χώρα με στρατηγική θέση στα νοτιοανατολικά σύνορα της ΕΕ, επωφελείται πολλαπλώς από αυτά τα συμπεράσματα:
-
Οικονομική Ενίσχυση: Η ενεργοποίηση της ρήτρας διαφυγής και η πρόσβαση σε ευρωπαϊκά δάνεια επιτρέπουν στην Ελλάδα να αυξήσει τις αμυντικές της δαπάνες χωρίς να επιβαρύνει υπερβολικά τον προϋπολογισμό της. Αυτό είναι κρίσιμο, καθώς η χώρα διατηρεί ήδη υψηλές αμυντικές δαπάνες λόγω της γειτνίασης με την Τουρκία και των περιφερειακών εντάσεων.
-
Αμυντική Αναβάθμιση: Η εστίαση σε τομείς όπως η αντιπυραυλική άμυνα και τα drones ενισχύει την αποτρεπτική ικανότητα της Ελλάδας, ιδιαίτερα στο Αιγαίο και την Ανατολική Μεσόγειο, όπου οι απειλές είναι διαρκείς.
-
Βιομηχανική Ανάπτυξη: Η στήριξη της ευρωπαϊκής αμυντικής βιομηχανίας και η απλούστευση του πλαισίου για τις δημόσιες προμήθειες και τη βιομηχανική συνεργασία ανοίγουν ευκαιρίες για τις ελληνικές επιχειρήσεις, ιδίως τις μικρομεσαίες, να συμμετάσχουν σε κοινά προγράμματα, ενισχύοντας την οικονομία και τη δημιουργία θέσεων εργασίας.
-
Γεωπολιτική Θέση: Η αναγνώριση της σημασίας όλων των συνόρων της ΕΕ αναδεικνύει τον ρόλο της Ελλάδας ως πυλώνα σταθερότητας στα Βαλκάνια και τη Μεσόγειο, ενισχύοντας τη διπλωματική της ισχύ. Ειδικότερα, η διαφύλαξη των συνόρων της Ελλάδας και της Κύπρου αποκτά κεντρική σημασία, καθώς οι δύο χώρες βρίσκονται στην πρώτη γραμμή αντιμετώπισης της απειλής από την Τουρκία. Η ενίσχυση της αμυντικής ικανότητας της ΕΕ υποστηρίζει την προστασία του εναέριου, θαλάσσιου και χερσαίου χώρου τους, ενισχύοντας την ασφάλεια απέναντι στις τουρκικές προκλήσεις και τις παραβιάσεις, που αποτελούν διαρκή πηγή έντασης στην περιοχή.
Η πρωτοβουλία Μητσοτάκη-Τουσκ αποτυπώνει τη φιλοδοξία της Ελλάδας να πρωταγωνιστήσει στην ευρωπαϊκή αμυντική πολιτική, ενώ τα συμπεράσματα του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου προσφέρουν χειροπιαστά οφέλη. Η χώρα αποκτά πρόσβαση σε πόρους, τεχνολογία και συνεργασίες που ενισχύουν την ασφάλειά της, με ιδιαίτερη έμφαση στην προστασία των συνόρων της και της Κύπρου από την τουρκική απειλή. Η απλούστευση του νομικού και διοικητικού πλαισίου διευκολύνει την ταχεία ανάπτυξη της αμυντικής της βιομηχανίας. Η επιτυχία αυτής της προσπάθειας θα κριθεί από την ταχεία υλοποίηση των μέτρων και τη συνεργασία όλων των κρατών μελών, με την Ελλάδα να βρίσκεται στην πρώτη γραμμή αυτής της νέας εποχής για την ευρωπαϊκή άμυνα.